Η άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453 και η λαϊκή ποντιακή μούσα

Πέμπτη 4 Απριλίου 2013

Πριν μιλήσουμε για την άλωση της Τραπεζούντας, αξίζει να ανοίξουμε μια παρένθεση και να αναφερθούμε για λίγο στην Άλωση της πρωτεύουσας του Βυζαντίου, της Κωνσταντινούπολης, που συνέβηκε στα 1453.
Ο ποντιακός λαός συγκλονίστηκε από το πάρσιμο της Πόλης. Έκλαψε για το χαμό της και τραγούδησε με λιτούς και δυνατούς στίχους τη λύπη του για τη συμφορά. Αλλά το ενδιαφέρον στο τραγούδι του ήταν ότι δεν αφέθηκε ολότελα στο κλάμα.
 Απεναντίας, η βαθιά θλίψη του κατέληξε σε μια άκαμπτη και αισιόδοξη πίστη για το μέλλον. Ιδού το τραγούδι:

Έναν πουλίν, καλόν πουλίν, έβγαίν' από την Πόλην.
Ούδέ σ' άμπέλια 'κόνεψεν, ούδέ σ' σά περιβόλα
Έπήγεν και [ν] έκόνεψεν και σου Ήλί' τον κάστρον [στο κάστρο του Ήλιου].
Έσειξεν [κούνησε] τ' έναν τό φτερόν, σ' σό αίμαν βουτεμένον,
έσειξεν τ' άλλο τό φτερόν, χαρτίν έχει γραμμένον.
'Ατό κανείς 'κι [δεν] άνέγνωσεν, ούδ' ό μητροπολίτης.
Έναν παιδίν, καλόν παιδίν, έρχεται κι άναγνώθει.
Σίτ' [καθώς] άναγνώθ', σίτ' άνακλαίγει, σίτ' ανακρούει τήν κάρδιαν.
 «Άιλί εμάς και βάι εμάς, 'πάρθεν ή Ρωμανία».
Μοιρολογούν τά έγκλησάς, κλαίγ' νε τά μοναστήρα,
κι άι-Γιάννες ο Χρυσόστομον κλαίει, δερνοκοπάται [δερνοκοπιέται]
«Μη κλαις, μη κλαις, άι-Γιάννε μου, και δερνοκοπισκάσαι».
«Ή Ρωμανία 'πέρασεν, ή Ρωμανία 'πάρθεν [πάρθηκε]».
«Ή Ρωμανία κι αν 'πέρασεν, άνθεί και φέρει κι άλλα».

Μ' άλλα λόγια, αν έπεσε η Πόλη, ο Ελληνισμός μπορεί να δημιουργήσει άλλη Πόλη, άλλο κράτος, άλλα μεγαλεία, άλλα μεγάλα έργα. Η φράση τούτη διαφέρει αρκετά, ως προς το μήνυμα και το πνεύμα, από την ομόλογή της, στο «ομόθεμο» πανελλήνιο τραγούδι, που λέει: «Πάλι με χρόνια με καιρούς, πάλι δικά μας θα ναι».
Όπως και να ναι, το ποντιακό τραγούδι, παραδόξως, το πρόσεξε ιδιαίτερα ο Κωνσταντίνος Καβάφης και εμπνεύστηκε από αυτό γιο να γράψει το παρακάτω γνωστό ποίημα του με τον τίτλο «Πάρθεν».
Τραπεζούντα

Ας μας επιτραπεί να ανοίξουμε άλλη μια παρένθεση, μέσα στην παρένθεση, για να το παραθέσουμε:
Κωνσταντίνου Καβάφη: «Πάρθεν»
Μάρτιος 1921

Αυτές τές μέρες διάβαζα δημοτικά τραγούδια για τ' άθλα των κλεφτών και τους πολέμους, πράγματα συμπαθητικά, δικά μας, Γραικικά.
Διάβαζα και τα πένθιμα για το χαμό της Πόλης:

«Πήραν τήν Πόλην, πήραν την, πήραν τήν Σαλονίκη».
Και τήν Φωνή πού, εκεί πού οί δυο έψέλναν,
«Ζερβά ό βασιλιάς, δεξιά ό πατριάρχης»,
ακούστηκε κι είπε νά πάψουν πιά:
«Πάψτε, παπάδες, τά χαρτιά και κλείστε τά βαρέλια»
Πήραν τήν Πόλη, πήραν την, πήραν τήν Σαλονίκη.
Ομως άπ' τ' άλλα πιο πολύ με άγγιξε το άσμα το Τραπεζούντιον με την παράξενη του γλώσσα και με την λύπη των Γραικών των μακρυνών εκείνων πού ίσως όλο πίστευαν πού θα σωθούμε ακόμη.

Μά άλλοίμονο μοιραίον πουλί «άπαί τήν Πόλην έρται
μέ τό φτερούλιν άθε χαρτίν περιγραμμένον
 κι ούδέ στήν άμπελον κονεύ' μηδέ στό περιβόλι,
 έπήγεν και έκόνεψεν στου κυπαρίσ' την ρίζαν».
Οί αρχιερείς δεν δύνανται (ή δεν θέλουν) να διαβάσουν
«Χέρας υιός [χήρας γιιός] Γιαννίκας έ'ν» 
αυτός τό παίρνει τό χαρτί,
και τό διαβάζει κι όλοφύρεται.
«Σίτ' άναγνώθ', σίτ' άνακλαίγ', σίτ' άνακρούγ'
την κάρδιαν.
Ν' άοιλλή έμάς, νά βάι εμάς, ή Ρωμανία 'πάρ θεν».

Έτσι σπαραχτικά, λοιπόν, θρήνησε το χαμό, την άλωση της Κωνσταντινούπολης ο ποντιακός λαός, και ο θρήνος του άγγιξε πιο πολύ από κάθε άλλον παρόμοιον την ευαίσθητη ψυχή του ποιητή Κ. Καβάφη.

Χρήστος Σαμουηλίδης


Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah